Μήπως τελικά κρύβεται στα γονίδια η απάντηση για τις αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης;
Ενδεχομένως, να ευθύνονται τα γονίδια για τις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εξωσωματικής γονιμοποίησης. Βρετανοί και Ολλανδοί επιστήμονες εντόπισαν ένα συγκεκριμένο γενετικό μοτίβο σε γυναίκες με επανειλημμένα αποτυχημένες εξωσωματικές, το οποίο απουσίαζε σε γυναίκες που είχαν επιτυχή έκβαση εξωσωματικής γονιμοποίησης. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάστηκαν στο Scientific Reports.
Η έρευνα
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον και το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης διεξήγαγαν βιοψίες του επιθηλίου της μήτρας σε 43 γυναίκες οι οποίες, παρά το γεγονός ότι είχαν έμβρυα υψηλής ποιότητας , είχαν επανειλημμένες αποτυχίες. Στη συνέχεια, συνέκριναν τα δεδομένα τους με εκείνα 72 γυναικών που γέννησαν μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση ή ενδο – κυτταροπλασματική έγχυση σπερματοζωαρίων (ICSI).
Τα αποτελέσματα
Η ανάλυση των βιοψιών αποκάλυψε κάποια ανωμαλία στο γονιδιακό προφίλ του επιθηλίου της μήτρας σε ποσοστό 80% των γυναικών με αποτυχημένες εξωσωματικές, κάτι που δεν υπήρχε σε καμία από τις γυναίκες που είχαν επιτυχή έκβαση εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ως τότε, ήταν άγνωστο γιατί η εξωσωματική γονιμοποίηση δε λειτουργούσε σε ορισμένες γυναίκες.
«Αποδείξαμε ότι μια ανώμαλη γονιδιακή έκφραση στο επιθήλιο της μήτρας εντοπίζεται σε πολλές από αυτές τις γυναίκες και ότι ένα συγκεκριμένο γονιδιακό αποτύπωμα, όταν υπάρχει, συνδέεται πάντα με την αποτυχία»,
εξήγησε ο Nick Macklon, από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης. Η στειρότητα πολλών γυναικών με το συγκεκριμένο γενετικό μοτίβο, επομένως, μπορεί να οφείλεται σε ένα πρόβλημα της δεκτικότητας της μήτρας τους, λένε οι συγγραφείς.
“Οι πιθανότητες επιτυχούς εγκυμοσύνης των συγκεκριμένων γυναικών είναι πολύ μικρές. Αυτή η πληροφορία δίνει στους γιατρούς σαφείς κατευθύνσεις για τις συμβουλές που πρέπει να παρέχουν στις ασθενείς τους ως προς τη χρησιμότητα της συνέχισης των θεραπειών», δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης, Frank Holstege, από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης.